Η πορεία για την
υλοποίηση του ευρωπαϊκού οράματος φαινόταν να ανοίγει νέες προοπτικές για το
μέλλον της Ευρώπης. Η ισχύς εν τη ενώσει, υποστήριζαν και οι εδώ πλειοψηφίες,
θεωρώντας ψιλά γράμματα τα προβλήματα που θα προέκυπταν από την πολιτική και
οικονομική κυριαρχία των ισχυρών κρατών. Η επιδίωξη όμως των ευρωπαϊστών δεν
σκόπευε μόνο στην πολιτική και οικονομική σύγκλιση αλλά και στη δημιουργία μιας
κοινής ευρωπαϊκής συνείδησης που, παραμερίζοντας κάθε εθνότητα, θα διαμόρφωνε την
νέα ευρωπαϊκή ταυτότητα και θα δημιουργούσε
συνοχή μεταξύ των κρατών.
Αν και όλα αυτά
δεν αποτελούν παρά ένα ελάχιστο δείγμα όσων έχουν εξαγγελθεί, είναι αρκετά για
να μας υπενθυμίσουν την ενθουσιώδη ατμόσφαιρα της εποχής και τον βερμπαλισμό
των σχεδιαστών του μεγαλεπήβολου οράματος της ενωμένης Ευρώπης και δη του ενιαίου νομίσματος. Ωστόσο, πρέπει
να παραδεχτούμε πως αποδείχτηκαν κατώτεροι των περιστάσεων γιατί όπως έχει
ομολογηθεί, δεν είχαν προβλέψει διεξόδους για την προστασία των συνιστωσών του
γιγάντιου αυτού οικοδομήματος, παραβλέποντας ή υποβαθμίζοντας τις παραμέτρους
της αριθμολαγνείας. Αντί λοιπόν να ανοίξουν νέες προοπτικές άνοιξαν οι ασκοί
του Αιόλου.
Με την ίδια θέρμη
υιοθέτησαν οι ευρωπαϊστές και τις αρχές της απελευθέρωσης των αγορών και των συναλλαγών σε παγκόσμιο
επίπεδο, αποβλέποντας στην περεταίρω αύξηση της ανταγωνιστικότητας, την
ευημερία και την οικουμενικότητα, αλλά και την επικράτηση της ειρήνης, την
πάταξη των αντιδημοκρατικών συμπεριφορών και των αυταρχικών καθεστώτων, κοιτώντας
αφ’ υψηλού, ως ψιλά γράμματα και πάλι, τις συνέπειες του ανοίγματος των
συνόρων, την αλαζονική επιβολή της ηγεμονίας των ισχυρών ή την ένταση των
ανισοτήτων.
Τα πράγματα
πάντως πήραν τον δικό τους δρόμο και προέκυψαν νέα δεδομένα, που ο καθένας
μπορεί να τα αξιολογήσει με τον δικό του τρόπο, μεταξύ των οποίων μπορεί να
καταγραφεί η γιγάντωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος εις βάρος της
πραγματικής οικονομίας και η εκκίνηση της «ατμομηχανής» της Ανατολής. Η επιβολή εξωθεσμικών
παραγόντων στις κοινωνίες και η μεταμόρφωση του καπιταλισμού σε καζίνο - όπως
ομολογούν οι ίδιοι – σηματοδοτώντας μάλιστα για την Δύση, το πέρασμα στην
μεταβιομηχανική εποχή.
Συνεπώς, η
καταστροφή του παραγωγικού ιστού, που συγκεκριμενοποιείται με την διάλυση της
Μεσαίας Τάξης της Δύσης δεν ήταν
ουρανοκατέβατη. Εκτός αυτού, ιδιαίτερα εντυπωσιακή ήταν και η προτροπή των
εντολοδόχων γραφειοκρατών των Βρυξελλών προς τους αγρότες,… «να κάθεστε στο
καφενείο και να περιμένετε το τσεκ» !
Άλλωστε ούτε αυτοί θα μπορούσαν πλέον να συναγωνισθούν τα
μεροκάματα και γενικότερα το κόστος
παραγωγής άλλων χωρών.
Χαρακτηριστική
είναι βέβαια και η κινητικότητα που παρατηρείται με το κλείσιμο, τις εξαγορές
και τις συγχωνεύσεις τραπεζών, η επιβολή μεταρρυθμίσεων και η μαζική μεταφορά (
φυγή ) κεφαλαίων, εν προκειμένω, σε
μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με την επιβολή διλημμάτων ή απειλών. Το
χτύπημα του Κυπριακού χρηματοπιστωτικού συστήματος εντάσσεται σε αυτό το κλίμα,
όπου ισχυρότερα συστήματα επιδιώκουν την διαχείριση του χρήματος ή να
βελτιώσουν την θέση τους στο νομισματικό πολεμικό πεδίο.
Δεν μας
ξαφνιάζει, ύστερα από όλα αυτά, η αλλαγή του ρόλου των Διοικητών των Κεντρικών
Τραπεζών, που έπαψαν να εκπροσωπούν τα συμφέροντα του λαού τους. Από τις ελάχιστες
ίσως εξαιρέσεις είναι ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Σερβίας που
ευθαρσώς δήλωσε πως θα συνεχίσει το έργο του υπηρετώντας το εθνικό συμφέρον,
επιβεβαιώνοντας για άλλη μια φορά την μεγάλη τόλμη αυτού του Βαλκανικού λαού.
Καθώς οι
ελευθερίες και η πρόσβαση στα κοινά αγαθά, την περίθαλψη και την παιδεία
συνθλίβονται βίαια στις μυλόπετρες αυτού του σύγχρονου τραπεζικού συστήματος,
που δεν διστάζει να βάλει χέρι στους τραπεζικούς λογαριασμούς των πολιτών,
αρχίζουμε δειλά- δειλά να θυμόμαστε τις μεγαλειώδεις εκείνες υποσχέσεις των
ευρωπαϊστών για κοινή ευρωπαϊκή συνείδηση και αντί να παραμερίζει η εθνικότητα,
βλέπουμε να παίρνει την θέση της ο εθνικισμός που, όπως η θρησκεία, διαπερνά
όλα τα κοινωνικά στρώματα και τα ομογενοποιεί πλέκοντας μύθους και συμπλέγματα.
Όπως
αντιλαμβανόμαστε, οι αγορές δεν αυτορυθμίζονται ανώδυνα ή έστω με την
ολοκλήρωση της αποκομιδής μέγιστου κέρδους, γιατί αυτό αποτελεί μία συνάρτηση
που εμπεριέχει τα ασαφή όρια της απληστίας, έτσι που καθοριστικό ρόλο κατά
κανόνα να παίζει η κορύφωση των αντιθέσεων και καταμέτρηση των πληγμάτων κάθε
πλευράς, πλην εκείνης που την απαρτίζουν οι σχεδιαστές που παραμένουν αθέατοι
και απροσπέλαστοι, ώστε να μην τους αγγίζει ποτέ κανείς, παρά η θεία δίκη.
Ας μην υποτιμούμε
όμως την Αντίσταση, γιατί επηρεάζει καταλυτικά όχι μόνο τον χρόνο αλλά τα
ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά των μέτρων και των κανόνων που, ούτως η
άλλως θα επιβληθούν.